Είναι αρκετά συχνές και οι περισσότερες από αυτές είναι καλοήθεις, χωρίς να κρύβουν κάποια κακοήθεια (καρκίνο), και εξαφανίζονται από μόνες τους χωρίς θεραπεία. Πριν από την εμμηνόπαυση ο καρκίνος των ωοθηκών δεν είναι συχνός και η συχνότητά του αυξάνεται με την ηλικία με μέση ηλικία εμφάνισης τα 60 έτη.
Κύστεις ωοθηκών: Τι συμπτώματα προκαλούν;
Οι κύστεις ωοθηκών συνήθως δεν προκαλούν συμπτώματα και ανευρίσκονται τυχαία με το γυναικολογικό υπερηχογράφημα, εκτός από την περίπτωση που σπάσουν, που είναι αρκετά μεγάλες ή που καθώς στρίβουν εμποδίζουν την παροχή αίματος στην ωοθήκη. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί πόνος που κυμαίνεται από ήπιο, αμβλύ πόνο χαμηλά στην κοιλιά μέχρι ξαφνικό, έντονο και σοβαρό πόνο. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί πόνος κατά την επαφή, δυσκολία στην κένωση ή συχνοουρία. Κάποια είδη κύστεων σχετίζονται με διαταραχές στην περίοδο, όπως ασυνήθιστα πολύ ή λίγο αίμα και ασταθή κύκλο. Μπορεί επιπλέον, να παρατηρηθεί φούσκωμα ή βάρος στην κοιλιά, καθώς και κορεσμός με κατανάλωση ακόμα και μικρής ποσότητας φαγητού. Τέλος, κάποιες κύστεις, όπως τα ενδομητριώματα, μπορεί να προκαλέσουν πόνο κατά την περίοδο και υπογονιμότητα.
Πόσα είδη κύστεων ωοθηκών υπάρχουν;
Υπάρχουν πολλά και διαφορετικά είδη κύστεων ωοθηκών. Τα συχνότερα από αυτά είναι τα παρακάτω:
Απλή ή λειτουργική κύστη, που συνήθως είναι ένα μεγάλο ωοθυλάκιο που συνέχισε να μεγαλώνει μετά την απελευθέρωση του ωαρίου. Είναι οι πιο συχνές κατά την αναπαραγωγική ηλικία και οι περισσότερες εξαφανίζονται μέσα σε λίγους μήνες.
Ενδομητρίωμα, όπου κύτταρα που φυσιολογικά βρίσκονται στο εσωτερικό της μήτρας μεταναστεύουν σε άλλες θέσεις και κάποιες φορές δημιουργούν κύστεις στις ωοθήκες. Οι κύστεις αυτές έχουν ένα σκούρο υγρό, που μοιάζει με σοκολάτα, το οποίο είναι παλιό αίμα, καθώς ο έκτοπος ιστός αιμορραγεί κάθε μήνα με την περίοδο.
Δερμοειδής κύστη, που δημιουργείται από τα κύτταρα που σχηματίζουν τα ωάρια και μπορεί να περιέχουν λίπος, δόντια ή τρίχες. Εμφανίζονται συχνότερα σε νεαρές γυναίκες και μπορεί να φτάσουν σε μέγεθος τα 15 εκατοστά. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις κάποιες από αυτές μπορεί να εξελιχθούν σε καρκίνο.
Κυσταδένωμα. Πρόκειται για κύστεις, συνήθως καλοήθεις, που μπορεί να αυξηθούν αρκετά σε μέγεθος και περιέχουν λεπτόρρευστο (ορώδες κυσταδένωμα) ή παχύρρευστο (βλεννώδες κυσταδένωμα) υγρό.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η διάγνωση μιας κύστης στην ωοθήκη γίνεται με το υπερηχογράφημα είτε λόγω κάποιων συμπτωμάτων είτε κατά τον τακτικό γυναικολογικό έλεγχο. Κατά το υπερηχογράφημα θα δούμε το σχήμα και το μέγεθος της κύστης καθώς και αν πρόκειται για μία απλή ή πιο πολύπλοκη κύστη. Σε περίπτωση που δεν είναι μια απλή κύστη, τότε μπορεί να χρειαστούν επιπλέον εξετάσεις αίματος, καθώς η ανεύρεση υψηλών επιπέδων κάποιων ουσιών μπορεί να είναι ένδειξη κακοήθειας. Ωστόσο αυτό δεν είναι απαραίτητο, καθώς ακόμα και οι αυξημένες τιμές μπορεί να σχετίζονται με άλλες καταστάσεις όπως η ενδομητρίωση, οι πυελικές φλεγμονές ή τα ινομυώματα. Σπανίως μπορεί να χρειαστεί να γίνει μαγνητική τομογραφία. Σημαντικό είναι επίσης, αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου ωοθηκών ή μαστού.
Κύστεις ωοθηκών: Πώς αντιμετωπίζονται και πότε αφαιρούνται;
Η αντιμετώπιση μίας κύστης στην ωοθήκη εξαρτάται από το είδος της, το μέγεθός της, το αν προκαλεί συμπτώματα καθώς και άλλους παράγοντες από το ιστορικό. Επιπλέον οι κύστεις που εμφανίζονται σε γυναίκες που είναι στην εμμηνόπαυση είναι αρκετά ύποπτες, καθώς ο κίνδυνος καρκίνου ωοθηκών είναι υψηλότερος.
Απλές ή λειτουργικές κύστεις με μικρό μέγεθος συνήθως υποστρέφονται αυτόματα μετά από 2-3 κύκλους και δε χρειάζονται άλλη αντιμετώπιση. Ένα επαναληπτικό υπερηχογράφημα μετά από μερικούς μήνες μπορεί να το επιβεβαιώσει. Αν όμως παραμένουν αμετάβλητες σε μέγεθος ή αυξάνονται, τότε είναι απίθανο να είναι λειτουργικές. Απλές κύστεις με μέγεθος μεγαλύτερο των 7 εκατοστών καθώς και περίπλοκες κύστεις είναι υποψήφιες για περαιτέρω έλεγχο με μαγνητική τομογραφία ή με λαπαροσκόπηση. Η χρήση αντισυλληπτικών δεν έχει κάποιο όφελος, καθώς οι μελέτες έχουν δείξει ότι δε βοηθούν να μειωθεί το μέγεθός τους ή να εξαφανιστούν.
Σε περίπτωση που χρειαστεί χειρουργική αντιμετώπιση, προτιμάται η λαπαροσκόπηση καθώς ο χρόνος ανάρρωσης είναι ταχύτερος και ο μετεγχειρητικός πόνος σημαντικά μικρότερος. Σε περίπτωση όμως, που η κύστη είναι αρκετά μεγάλη ή όταν υπάρχει υποψία καρκίνου μπορεί να χρειαστεί ανοιχτό χειρουργείο με τομή στην κοιλιά. Σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας είναι σημαντικό να αφαιρείται μόνο η κύστη, αφήνοντας την ωοθήκη άθικτη. Αντίθετα, σε γυναίκες που βρίσκονται στην εμμηνόπαυση προτιμούμε την αφαίρεση και των δύο ωοθηκών, καθώς δεν είναι πλέον λειτουργικές και με αυτόν τον τρόπο θα μειώσουμε την εμφάνιση κακοήθειας στο μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, η αντιμετώπιση είναι εξατομικευμένη και δε θα πρέπει να γίνεται επιπόλαια.
Ακολουθηστε μας